Σχεδόν το ίδιο με το Concerto de Aranjuez, με συγκινεί και με συναρπάζει και το έργο Cantares, σε ποίηση Antonio Machado και μουσική και ερμηνεία από το καταπληκτικό Juan Manuel Serrat. Πρωτίστως για τη καλλιτεχνική του αξία, αλλά και για τα μηνύματα που -κατά τη γνώμη μου- προσπαθεί να περάσει ο ποιητής και για το τρόπο που τα διατυπώνει. Πριν το ακούσω για πρώτη φορά, είχα απόψεις ιδέες και προβληματισμούς που νόμιζα ότι αν μοιραζόμουν με άλλους, με τους φίλους μου και το περίγυρό μου ας πούμε, το μόνο που θα κατάφερνα θα ήταν να ξεσηκώσω αντιρρήσεις και να προκαλέσω ατέλειωτες συζητήσεις. Τίποτα από αυτά δεν με εμπόδισε να το κάνω, όσο η δική μου αδυναμία να αποκρυσταλλώσω αυτές τις απόψεις και η δυσκολία μου να τις εκφράσω, ώστε να μη θεωρηθούν ανόητες, προκλητικές ή αιρετικές και ότι λέγονται απλώς για να ειπωθούν. Και ανακαλύπτω τον Antonio Machado, να κραυγάζει τόσο δραματικά, να περιγράφει τόσο τέλεια και να διατυπώνει τόσο απλά και κατανοητά, όλα όσα ήθελα να πω και αδυνατούσα να βρω τα κατάλληλα λόγια και παραδείγματα. Και μάλιστα πολύ πριν με μια διορατικότητα αξιοθαύμαστη.
Κατά τη γνώμη μου, όταν λέει: "οδοιπόρε, δεν υπάρχει δρόμος", ασφαλώς δεν εννοεί το δρόμο που πατάμε. Αυτό θα ήταν μια παραδοξολογία! Ενοεί -πάντα κατά τη γνώμη μου-το δρόμο, το νοητό δρόμο που δεν υπάρχει και που πρέπει να τον ανοίξουμε, με τις ιδέες μας και τους αγώνες μας. Δρόμοι καινούργιοι, που θα οδηγούν σε μια μελλοντική καλύτερη ζωή για τον άνθρωπο, για τις γενιές που έρχονται. Παρακάμπτοντας και αγνοώντας παλιούς, δοκιμασμένους κι αποτυχημένους δρόμους, που καθηλώνουν τη ζωή μας σε μια τελματώδη κατάσταση, χωρίς καμιά προοπτική, για να επωφελούνται οι λίγοι. Δρόμοι, που ενώ η διαδρομή τους είναι η ίδια, βαφτίζονται διαφορετικά κάθε φορά, απλώς για να μας ξεγελούν και να διαιωνίζουν την ίδια αδιέξοδη πορεία. O Antonio Machado είναι νομίζω σαφής προς το τέλος του ποιήματός του: "Όταν ο κορυδαλλός, δεν μπορεί να κελαηδήσει, δεν ωφελούν οι προσευχές." Γιατί δεν μπορεί να κελαηδήσει ο κορυδαλλός; Τί φταίει; Βρίσκεται σ ένα καμένο τοπίο, αποτέλεσμα ενός πολέμου ίσως; Μιας οικολογικής καταστροφής από ενέργειες ανθρώπων που είχαν στόχο το κέρδος; Όπως η καταστροφή των δασών για παράδειγμα, που με γνώμονα το κέρδος, αποψιλώνουν καθημερινά τα δάση του Αμαζόνιου για τη ξυλεία, ή αλλού για τη δημιουργία νέων εκμεταλλεύσεων απ τα μεγάλα μονοπωλιακά - πολυεθνικά συγκροτήματα ή αλλού για οικοπεδοποίηση;
Μας παροτρύνει να παρακάμψουμε τους παλιούς δρόμους και στίχο το στίχο (ιδέα την ιδέα) με το προβληματισμό μας, χτύπο το χτύπο (δράση και πάλι δράση) με τους αγώνες μας, χωρίς προσευχές που δεν ωφελούν πια -τουλάχιστον όχι τους λαούς - και να ανοίξουμε καινούργιους δρόμους και προοπτικές, έτσι ώστε να διαμορφωθούν οι συνθήκες που θα κάνουν το κορυδαλλό να κελαηδήσει ξανά. Νομίζω όμως ότι πριν την μετάφραση των στοίχων, είναι ανάγκη να σας παρουσιάσω κάποια βιογραφικά στοιχεία των δύο συντελεστών του έργου που κατά τη γνώμη μου έχουν ενδιαφέρων και θα βοηθήσουν να τούς γνωρίζεται καλύτερα. Ο Antonio Machado γεννήθηκε στη Σεβίλη στις 26 Ιουλίου του 1875. Το 1907 εκδόθηκε η πρώτη του συλλογή ποιημάτων με τίτλο Soledades. Το ίδιο έτος του προσφέρθηκε η θέση του καθηγητή των Γαλλικών στη πόλη Soiría. Εκεί γνώρισε την Leonor Izquierdo, κόρη των ιδιοκτητών του σπιτιού στο οποίο έμενε και την ερωτεύθηκε. Ο έρωτάς του βρήκε ανταπόκριση από την Leonor και το 1907 παντρεύτηκαν. Όταν έγινε ο γάμος, εκείνος ήταν 34 ετών κι εκείνη μόλις 16! Τρία χρόνια μετά το γάμο τους, την 1η Αυγούστου 1912, η Leonor Izquierdo πέθανε από φυματίωση. Συγκλονισμένος από το θάνατό της έμεινε πιστός στη μνήμη της για χρόνια. Το 1931 έκανε σχέση με τη Pilar Valderama, μια γυναίκα παντρεμένη και μητέρα τριών παιδιών. Ο εμφύλιος στήν Ισπανία που ακολούθησε, τον χώρισε τόσο από τον αδελφό του που πιάστηκε από τούς εθνικιστές του Φράνκο, όσο κι από τη Pilar που έφυγε στη Πορτογαλία για να γλυτώσει. Αυτός, μετακινήθηκε αναγκαστικά, αρχικά στη Βαλένθια και μετά στη Βαρκελώνη. Κατόπιν εντολής του Φράνκο, εξορίστηκε στη Γαλλία όπου και πέθανε στις 22 Φλεβάρη του 1939 στη πόλη Collioure σε ηλικία 64 ετών αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο και πολύ σημαντικό έργο!
Ο Juan Manuel Serrat γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1943. Ασχολήθηκε με τη μουσική από τα 17 του χρόνια, όταν απέκτησε τη πρώτη του κιθάρα για την οποία έγραψε κι ένα απ τα τραγούδια του με τίτλο Una quitara. Το 1969 απέκτησε το πρώτο του γιο τον Queco και την ίδια χρονιά έκανε τη πρώτη του μεγάλη περιοδεία στη Νότιο Αμερική. Τότε κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με τραγούδια πάνω σε στοίχους του Antonio Machado που τον έκανε παγκόσμια γνωστό. Πριν απ αυτό, το 1967, κάνει τη πρώτη του ζωντανή σκηνική παρουσία στο Palau de la Música Catalana που τον καθιερώνει σαν ένα από τούς σημαντικώτερους καλιτέχνες του κινήματος Canco Nova. Το επόμενο έτος η Ισπανία του δικτάτορα Φράνκο, παίρνει μέρος στο διαγωνισμό τραγουδιού της Γιουροβίζιον με το τραγούδι "La,la,la." με ερμηνευτή τον J.M. Serrat. Αυτός επιμένει να το τραγουδήσει στη μητρική του γλώσσα τα καταλανικά, κι ο Φράνκο τον αντικατέστησε με άλλο τραγουδιστή. Τα τραγούδια του απαγορεύονται στήν Ισπανία και τα αρχεία του καίγονται δημόσια στο δρόμο. Το 1971 έπαιξε δωρεάν για να υποστηρίξει τη κυβέρνηση του Αλιέντε στη Χιλή, στήν Viña del Mar. Το 1975 ο Φράνκο τον εξόρισε στο Μεξικό, απ όπου επέστρεψε το 1977 μετά το θάνατο του δικτάτορα. Η δισκογραφία του περιλαμβάνει πάνω από 50 συλλογές τραγουδιών με σημαντικώτερες αυτές του "Dedicado a Antonio Machado " το 1969 και το "Miguel Hernandez" το 1972. Τον Ιανουάριο του1995 η Ισπανική κυβέρνηση του απένειμε μετάλλιο για τη προσφορά του στήν Ισπανική κουλτούρα. Το 2000 η ένωση συγγραφέων και εκδοτών της Ισπανίας (SGAE) του απένειμε για το έργο του ένα από τα 10 μετάλλια του αιώνα, ενώ το τραγούδι του "Mediterráneo" επιλέχθηκε ως το σημαντικώτερο κομμάτι του αιώνα στήν Ισπανία. Και μετά τα βιογραφικά αυτά στοιχεία ας δούμε τι λέει ο A. Machado με την ερμηνεία του J.M. Serrat, σε ελεύθερη απόδοση:
Όλα περνούν και όλα μένουν
αλλά το δικό μας είναι περαστικό.
Περνάει ανοίγοντας δρόμους
δρόμους πάνω στη θάλασσα.
Ποτέ δε κυνήγησα τη δόξα,
ούτε ν αφήσω στη μνήμη των ανθρώπων το τραγούδι μου!
Αγαπώ τον απλό κόσμο,
τον ευγενικό και χωρίς βαρύτητα, σαν σαπουνόφουσκα!
Μ αρέσει να τον βλέπω να χρωματίζεται
από ήλιο και πορφύρα
και να πετά κάτω απ το μπλε ουρανό
να τρέμει κι έξαφνα να σπάει.
Ποτέ δε κυνήγησα τη δόξα.
Οδοιπόρε,
δεν υπάρχει δρόμος,
ανοίγεται ο δρόμος με το περπάτημα.
Με το περπάτημα ανοίγεται ο δρόμος
και γυρνώντας τα μάτια προς τα πίσω,
φαίνεται το μονοπάτι
που ποτέ δεν πρέπει να ξαναπατηθεί!
Οδοιπόρε,
δεν υπάρχει δρόμος αλλά θαλασσινές πορείες.
Πριν από κάμποσο καιρό σ αυτό το τόπο,
όπου σήμερα τα δάση είναι ντυμένα με αγκάθια
ακούστηκε η φωνή ενός ποιητή να φωνάζει:
οδοιπόρε,
δεν υπάρχει δρόμος,
ανοίγεται ο δρόμος με το περπάτημα.
Χτύπημα το χτύπημα,
στίχο το στίχο,
πέθανε ο ποιητής μακρυά απ τη Πατρίδα.
Τον καλύπτει το χώμα μιας χώρας μακρινής.
Όταν απομακρυνόταν,
τον είχαν δει να κλαίει!
Οδοιπόρε,
δεν υπάρχει δρόμος,
ανοίγεται ο δρόμος με το περπάτημα.
Χτύπημα το χτύπημα
στίχο το στίχο
πέθανε ο ποιητής μακρυά απ τη γη του.
Όταν ο κορυδαλλός δε μπορεί να κελαηδήσει,
όταν ο ποιητής είναι προσκυνητής,
όταν σε τίποτα δεν ωφελεί να προσευχόμαστε,
οδοιπόρε,
δεν υπάρχει δρόμος.
Ανοίγεται ο δρόμος με το περπάτημα!